Το συχνότερο ιατρικό πρόβλημα κατά την εγκυμοσύνη, είναι οι διαταραχές της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ). Φυσιολογικά η αρτηριακή πίεση δεν αυξάνεται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σε ένα ποσοστό γυναικών όμως παρουσιάζεται υπέρταση (συστολική ΑΠ>130, διαστολική>87mHg) κυρίως από την 22η – 24η εβδομάδα κύησης. Η επιπλοκή αυτή συνοδεύεται συνήθως με απώλεια πρωτεϊνών (λευκώματος) στα ούρα, οιδήματα των κάτω άκρων και σε σοβαρότερη μορφή οιδήματα στα άνω άκρα και στο πρόσωπο, κυρίως τις πρωινές ώρες.
Η συχνότητα της αρτηριακής υπέρτασης, είναι περίπου 10% στις πρωτότοκες και 6-8% στο σύνολο των εγκύων. Αν και υπάρχουν πολλές διαφορετικές αιτίες αρτηριακής υπέρτασης κατά την εγκυμοσύνη, η σημαντικότερη από πλευράς κλινικής σημασίας είναι η προεκλαμψία, η οποία εμφανίζεται σε ποσοστό 1-3% επί του συνόλου των εγκύων.
Σαν προεκλαμψία χαρακτηρίζεται η πρώτη εμφάνιση αρτηριακής υπέρτασης με πρωτεΐνουρία κατά την εγκυμοσύνη και αποτελεί την κατ’ εξοχήν αιτία μητρικής και εμβρυικής-νεογνικής νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Ακόμη και σήμερα, που η μητρική θνησιμότητα από προεκλαμψία έχει ελαττωθεί στις ανεπτυγμένες χώρες, εξακολουθεί να παραμένει η κύρια αιτία για το 50% των πρόωρων τοκετών με επακόλουθο τη γέννηση πρόωρων νεογνών με χαμηλό βάρος γέννησης, που μελλοντικά σαν ενήλικες, έχουν αυξημένο κίνδυνο αρτηριακής υπέρτασης, καρδιαγγειακών νοσημάτων και προεκλαμψίας.
Η διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης κατά την εγκυμοσύνη βασίζεται σε απόλυτες τιμές ΑΠ ≥ 140/90mmHg , σε δύο τουλάχιστον καταγραφές , σε δύο διαφορετικές μετρήσεις. Τα τελευταία χρόνια έχει εφαρμοσθεί για διαγνωστικούς αλλά και θεραπευτικούς σκοπούς, ειδικά σε γυναίκες υψηλού κινδύνου (εγκυμοσύνη και αρτηριακή υπέρταση, εγκυμοσύνη και διαβήτης , εγκυμοσύνη και νεφρική βλάβη) η 24ωρη καταγραφή της αρτηριακής πίεσης.
Η Αρτηριακή υπέρταση διαχωρίζεται σε:
Χρόνια υπέρταση προϋπάρχουσα της εγκυμοσύνης
ΑΠ ≥ 140/90mmHg που ή προϋπάρχουν της εγκυμοσύνης ή εμφανίζονται πριν την 20ή εβδομάδα και συνήθως επιμένουν πέραν των 42 ημερών μετά τον τοκετό
Υπέρταση της εγκυμοσύνης
Η αρτηριακή υπέρταση εμφανίζεται μετά την 20η εβδομάδα της κύησης, χωρίς πρωτεΐνουρία, και στις περισσότερες περιπτώσεις υποχωρεί μετά την 6η εβδομάδα από τον τοκετό
Προεκλαμψία και Εκλαμψία
Η ακριβής αιτία είναι άγνωστη, αν και έχει γίνει δεκτό ότι χαρακτηρίζεται από την ισχαιμία-μειωμένη αιμάτωση-του πλακούντα και άλλων οργάνων (νεφροί, ήπαρ, εγκέφαλος) και εκτεταμένη κυτταρική καταστροφή, συνεπώς πρόκειται για πολυοργανική νόσο.
Οι προδιαθεσιακοί παράγοντες εμφάνισης αρτηριακής υπέρτασης στην κύηση είναι πολλοί, με κυριότερους:
- Πρώτη εγκυμοσύνη (Οι άτοκες έχουν 6-8 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο από τις πολύτοκες)
- Ηλικία μητέρας μικρότερη από 18 ή μεγαλύτερη από 35 ετών
- Ιστορικό προεκλαμψίας σε προηγούμενη εγκυμοσύνη
- Ιστορικό προεκλαμψίας σε συγγενή πρώτου βαθμού
- Παχυσαρκία (BMI>35)
- Διάστημα μεταξύ εγκυμοσυνών μικρότερο από 2 ή περισσότερο από 10 χρόνια
- Παράγοντες που σχετίζονται με το ιατρικό ιστορικό της εγκύου
- Πλακουντιακοί/εμβρυϊκοί παράγοντες
Επιδημιολογικά η συχνότητα αυξάνεται προς το τέλος της κύησης. Είναι σπάνια η προεκλαμψία προ του τέλους του 2ου τριμήνου.
Χαρακτηριστικά του συνδρόμου είναι αρτηριακή υπέρταση, οίδημα, πρωτεΐνουρία (αποβολή πρωτεΐνης ≥ 3g/24ωρο στα ούρα), χαρακτηριστική ηπατική και νεφρική έκπτωση, διαταραχές πήξεως του αίματος και στα τελικά στάδια διαταραχές συνείδησης και κώμα.
–Φαίνεται ότι το σύνδρομο έχει κληρονομική επιβάρυνση. Σε οικογένειες με γυναίκες που είχαν προεκλαμψία το σύνδρομο εμφανίζεται στο 25% των θυγατέρων και των εγγονών. Η εικόνα του συνδρόμου συνήθως υποχωρεί μόλις τερματισθεί η εγκυμοσύνη
Η εγκυμονούσα πρέπει να βρίσκεται σε συχνή επαφή με τον γυναικολόγο και τον καρδιολόγο και να ακολουθεί τις οδηγίες τους. Αρχικά συστήνεται:
- Ανάπαυση
- Προσοχή στην αύξηση του σωματικού βάρους
- Πλήρης διακοπή προσλαμβανομένου άλατος
Εάν δεν ρυθμισθεί η αρτηριακή πίεση τότε γιατρός σε συνεργασία με τον καρδιολόγο θα πρέπει να χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή. Συνήθως με την αγωγή ρυθμίζεται η αρτηριακή πίεση και πάλι όμως τονίζεται ο συχνός έλεγχος και η επικοινωνία με το γιατρό για οποιοδήποτε νέο σύμπτωμα όπως πονοκέφαλος, ζάλη (κυρίως τη νύχτα), άλγος στο δεξιό υποχόνδριο (κάτω από τις δεξιές πλευρές).
Επίσης, συστήνεται συχνός εργαστηριακός έλεγχος αίματος όπου ελέγχεται:
- Ουρικό Οξύ
- SGOT-SGPT (τρανσαμινάσες)
- γGT
- Ινωδογόνο
- Αιμοπετάλια
- Λεύκωμα Ούρων 24h.
Υπάρχει ένα ποσοστό γυναικών στις οποίες παρά την φαρμακευτική αγωγή, ακόμη και τη νοσηλεία, δεν ρυθμίζεται η αρτηριακή πίεση. Στην περίπτωση αυτή και εφ’ όσον ο εργαστηριακός έλεγχος αίματος και η κλινική εικόνα της επιτόκου παρουσιάζει επιδείνωση (προεκλαμψία), ο γυναικολόγος θα πρέπει να προβεί στις απαραίτητες εκείνες ενέργειες ώστε να διαφυλάξει την επίτοκο.
Υπάρχει και ένα ποσοστό γυναικών με προϋπάρχουσα αρτηριακή υπέρταση. Θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα όσον αφορά στην εγκυμοσύνη. Απαραίτητο μόνον είναι να ρυθμιστεί η φαρμακευτική αγωγή, γιατί ορισμένα υπερτασικά φάρμακα αντενδείκνυνται στην κύηση. Ισχύει και εδώ ο εργαστηριακός έλεγχος σε τακτά χρονικά διαστήματα και η παρακολούθηση από τον καρδιολόγο. Μετά τον τοκετό τα οιδήματα υποχωρούν σταδιακά και η αρτηριακή πίεση επανέρχεται στα φυσιολογικά επίπεδα μέσα σε 10 –15 ημέρες με ένα μέγιστο χρονικό διάστημα τις 40 ημέρες– σπάνια. Οι γυναίκες που παρουσίασαν προεκλαμψία έχουν την τάση για υπέρταση μεταγενέστερα, για τον λόγο αυτό είναι σωστός ένας σποραδικός έλεγχος της αρτηριακής πίεσης.